Ομιλία του Υφυπουργού Υγείας κ. Αντώνη Μπέζα στην παρουσίαση του βιβλίου των Κωνσταντίνου Ξένου & Αστερίας Σταματάκη με τίτλο: «Γνωρίστε τα ελληνικά super foods»
«Κυρίες και Κύριοι, καλησπέρα σας,
Βρίσκομαι εδώ σήμερα με πολύ μεγάλη χαρά για τρεις λόγους: Πρώτον γιατί συμπαρουσιάζω - μαζί με τους άλλους βέβαια εκλεκτούς ομιλητές - το βιβλίο δύο καταξιωμένων επιστημόνων, διαιτολόγων – διατροφολόγων, της κας Αστερίας Σταματάκη και του κ. Κωνσταντίνου Ξένου, δεύτερον διότι ο ένας εκ των συγγραφέων, ο Κωνσταντίνος, οφείλω να σας πω, ότι είναι ξάδελφός μου και τρίτον γιατί η τύχη το έφερε να μιλάω για την ωφέλεια των ελληνικών υπερτροφών στην υγεία μας – αυτό είναι το αντικείμενο του βιβλίου τους – όντας υφυπουργός Υγείας. Επιτρέψτε μου λοιπόν να μιλήσω κάνοντας χρήση αυτής μου της ιδιότητας.
Η διατροφή αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα Δημόσιας Υγείας επειδή, όπως έχουν αποδείξει πολλές επιδημιολογικές έρευνες τα τελευταία χρόνια, οι λανθασμένες διατροφικές συνήθειες του σημερινού τρόπου ζωής μας (αύξηση της κατανάλωσης έτοιμου και γρήγορου φαγητού, μείωση της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών, απομάκρυνση από τη παραδοσιακή μαγειρική), καθώς και η έλλειψη σωματικής άσκησης είναι οι κύριοι παράγοντες πολλών χρόνιων νοσημάτων όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ορισμένοι τύποι καρκίνου, ο σακχαρώδης διαβήτης και η παχυσαρκία. Στη χώρα μας προστέθηκε επιπλέον τα τελευταία χρόνια και η οικονομική κρίση, η οποία εξανάγκασε μεγάλο μέρος του πληθυσμού να υποβαθμίσει, λόγω κόστους, την ποιότητα των τροφών που αγοράζει και καταναλώνει.
Για τους λόγους αυτούς, τόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση προτρέπουν τα κράτη – μέλη να αναπτύσσουν ολοκληρωμένες στρατηγικές, για την καταπολέμηση των παραγόντων που προκαλούν τα χρόνια νοσήματα και οι οποίοι συνδέονται άρρηκτα με τον τρόπο ζωής μας.
Επειδή λοιπόν η διατροφή και η πρόληψη χρόνιων νοσημάτων είναι άμεσα συνδεδεμένες, ο σχεδιασμός εθνικών πολιτικών και στρατηγικών στους τομείς της διατροφής, με στόχο την προστασία και την προαγωγή της υγείας του πληθυσμού, πρέπει να αποτελούν και αποτελούν για τα Υπουργεία Υγείας όλων των χωρών και προφανώς και για το δικό μας, βασική προτεραιότητα.
Πέρα όμως από το σχεδιασμό, υπάρχει και η υλοποίηση, και η υλοποίηση αποτελεί μάλλον μια μακροχρόνια διαδικασία, η οποία θα μπορούσε να βασιστεί πάνω σε συγκεκριμένα βήματα:
Πρώτον, χρειάζεται μια διατομεακή συνεργασία μεταξύ των εμπλεκόμενων Υπουργείων και φορέων που σχετίζονται με τη διατροφή (χαίρομαι που ο φίλος Θανάσης Σκορδάς είναι εδώ σήμερα), ώστε οι επιμέρους δράσεις να γίνονται με σωστή κατανομή ρόλων και αρμοδιοτήτων.
Δεύτερον, απαιτείται σταθερή τεκμηρίωση. Οι περισσότερες χώρες διαθέτουν διατροφικές οδηγίες που επιτρέπουν τον καθορισμό επιστημονικά υποστηριζόμενων στόχων για τη διατροφή.
Τρίτον, θα μπορούσε να ζητηθεί η στήριξη των μέσων ενημέρωσης και προσωπικοτήτων από τον αθλητισμό και τις τέχνες σε μια εκστρατεία με απλούς και επιτεύξιμους στόχους.
Τέταρτον, θα μπορούσαν να εξετασθούν παρεμβάσεις στην αγορά προς όφελος των υγιεινότερων τροφών, κατά προτίμηση των τοπικών και φιλικών προς το περιβάλλον, όπως αυτών που παρουσιάζονται στο συγκεκριμένο βιβλίο (και εδώ ο κ. Σκορδάς ως Υπουργός Ανάπτυξης έχει ρόλο να διαδραματίσει).
Πέμπτον, θα πρέπει να εισαχθούν και να ενεργοποιηθούν προγράμματα παρακολούθησης και αξιολόγησης και υπάρχουν επιτυχημένα ανάλογα παραδείγματα με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.
Έκτον, επειδή οι ορθές διατροφικές συνήθειες υιοθετούνται και διαμορφώνονται ήδη από τα πρώτα χρόνια της παιδικής ηλικίας, τα σχολεία αλλά και το δίκτυο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας θα μπορούσαν να συμβάλουν στη διάδοση για την επίτευξη των στόχων που θα συμφωνηθούν.
Εδώ επιτρέψτε μου να κάνω μια παρένθεση, ουσιαστική θα έλεγα. Στην πατρίδα μας βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή την περίοδο μια μεγάλη μεταρρύθμιση για την ενοποίηση της ΠΦΥ και τη λειτουργία του ΠΕΔΥ (μεταρρύθμιση για την οποία έχω και προσωπική εμπλοκή).
Ο στόχος μας είναι η ΠΦΥ να αναλάβει την ευθύνη και για την πρωτοβάθμια αλλά και για την δευτεροβάθμια πρόληψη, που συνδέεται – όπως προηγουμένως ανέφερα – με τον αγώνα κατά της παχυσαρκίας και υπέρ της καλύτερης διατροφής και της βελτιωμένης σωματικής άσκησης.
Και εδώ, ως χώρα, βρισκόμαστε σε μια εξαιρετικά πλεονεκτική θέση. Πλεονεκτική θέση, που την αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο και με επιστημονική τεκμηρίωση, το βιβλίο του Κωνσταντίνου Ξένου και της Αστερίας Σταματάκη.
Η παραδοσιακή μεσογειακή διατροφή, η οποία είναι γηγενής στην Ελλάδα, αναγνωρίζεται διεθνώς ως η σχεδόν βέλτιστη διατροφή για τους πληθυσμούς της λεγόμενης Δύσης (στους οποίους έχει αξιολογηθεί επανειλημμένως). Δεν χρειάζεται επομένως να ψάξουμε για να βρούμε κάποιο «μαγικό» τρόπο προάσπισης της υγείας μας. Ήταν μπροστά μας και τον απεμπολήσαμε. Είναι καιρός να τον βρούμε πάλι και αυτό σηματοδοτεί και τεκμηριώνει το συγκεκριμένο βιβλίο.
Να βρούμε τη χαμένη ποικιλία των προϊόντων του τόπου μας, που όχι μόνο μας θωρακίζουν από τη βαριά και πολυέξοδη νοσηρότητα, αλλά αποτελούν ταυτόχρονα και αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.
Η διατροφή δεν είναι μόνο τα σωστά συστατικά της. Η μυρωδιά και η γεύση που αναδύουν τα προϊόντα της ελληνικής φύσης, ο συνδυασμός τους στη λαϊκή ελληνική μαγειρική, η ποσότητα, ο χρόνος του γεύματος και ό,τι συμβαίνει κατά τη διάρκειά του, είναι κομμάτια του πολιτισμού μας. Είναι βιώματά μας. Και έτσι βιωματικά οφείλουμε να τα μεταφέρουμε στα παιδιά μας, για να τα συνεχίσουν και να τα εξελίξουν. Είναι στο χέρι μας να επανακτήσουμε τις συνήθειες που χάσαμε, μέσα σε ένα περιβάλλον που πιέζει και βασίζεται στη δύναμη της συνήθειας για το αντίθετο.
Ως Υπουργείο Υγείας γνωρίζουμε πολύ καλά την κατάσταση και έχουμε αφουγκραστεί πολλές συλλογικές και ατομικές πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση, όπως το σημερινό βιβλίο.
Σε μια εποχή που η διατροφική αυτάρκεια είναι όρος ύπαρξης ενός λαού, η επιστροφή στην ελληνική μεσογειακή διατροφή, αποτελεί επιτακτική ανάγκη για τον καθένα μας, για την υγεία μας, για τον πολιτισμό μας. Αποτελεί κρίσιμη επιλογή και πρέπει να αντιμετωπιστεί σοβαρά με συμβατές και ρεαλιστικές πρωτοβουλίες, στην αγροτική μας παραγωγή, την εστίαση, την παιδεία και τον τουρισμό.
Κυρίες και Κύριοι,
Ολοκληρώνω, γιατί νομίζω ότι είπα ήδη πολλά.
Όταν θα τελειώσετε από τη μελέτη του βιβλίου της Αστερίας Σταματάκη και του Κωνσταντίνου Ξένου, και θα τελειώσετε γρήγορα και ευχάριστα με τον τρόπο που είναι γραμμένο, θα σας έρθει στο μυαλό μια σκέψη: Είναι δυνατόν το ελιξίριο της υγείας να είναι τόσο κοντά μας, να είναι για αιώνες αναπόσπαστο κομμάτι της διατροφικής αλυσίδας της χώρας μας, προσφερόμενο και σε ποσότητες και σε ποιότητες - τώρα στη διάρκεια της κρίσης και σε προσιτές τιμές - και εμείς να το αγνοούμε, υποκύπτοντας στα διαφημιστικά μηνύματα που έρχονται από το εξωτερικό; Δυστυχώς είναι δυνατό, αλλά ευτυχώς που υπάρχουν επιστήμονες που ανατρέπουν στερεότυπα.
Όσον αφορά τον Κωνσταντίνο, με τον οποίο είμαστε μεγαλωμένοι από μικρά παιδιά, εγώ τουλάχιστον γνωρίζω τον λόγο που έγραψε αυτό το βιβλίο. Είναι γιατί όταν ερχόταν τα καλοκαίρια και τις γιορτές στην Ηγουμενίτσα, η γιαγιά Παρασκευή, που σήμερα είναι 99 ετών και χαίρει άκρας υγείας, τον τάιζε με αμύγδαλα, ρόδια και με μέλι και τον έβαζε να πίνει λάδι.
Εύχομαι λοιπόν σε όλους σας να φθάσετε τα χρόνια της, αλλά για να γίνει αυτό σας προτρέπω να αγοράσετε το βιβλίο της Σταματάκη και του Ξένου και να προσπαθήσετε να εμπλουτίσετε τη διατροφή σας ακολουθώντας τις συμβουλές και τις οδηγίες των δύο διακεκριμένων επιστημόνων.
Και κάτι άλλο. Όπως αναφέρεται στον πρόλογό του βιβλίου, ο Ιπποκράτης είχε πει «το φάρμακό σου είναι η τροφή σου και η τροφή σου είναι το φάρμακό σου». Εγώ θα το συμπληρώσω και με κάτι άλλο που είπε ο μέγας Σωκράτης.
«Η υγεία του σώματος είναι το πρώτιστο αγαθό, γιατί όταν τα σώματα εξασθενούν, οι ψυχές αρρωσταίνουν περισσότερο».
Σας ευχαριστώ».