Ο πρώην Υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών κ. Αντώνης Μπέζας, έκανε την ακόλουθη δήλωση μετά το δεύτερο δημοσίευμα της εφημερίδας Real News:
«Οι λασπολόγοι συνεχίζουν την προσπάθειά τους. Τα πειστήρια και οι αποδείξεις αποδείχθηκε περίτρανα, ότι ήταν άνθρακες και όχι… θησαυρός.
Επαναλαμβάνω για τελευταία φορά ότι η διαβίβαση της γνωμάτευσης του Ειδικού Γραφείου Νομικού Συμβούλου Φορολογίας – που ποτέ δεν ήταν διάταξη νόμου, που ποτέ δεν ήταν υπουργική απόφαση, που ποτέ δεν ήταν εγκύκλιος και που ποτέ δεν παρέμεινε κλειδαμπαρωμένη στα συρτάρια ολίγων “ημέτερων υψηλόβαθμων εφοριακών” αλλά τη γνώριζε ο Γενικός Eπιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης κ. Λ. Ρακιντζής - προήλθε μετά από ερώτημα της ΔΟΥ Κιλκίς του έτους 2003 και ανάλογη εισήγηση της Διεύθυνσης Φορολογίας Εισοδήματος του έτους 2004. Το πρώτο έγινε σε χρόνο που κυβέρνηση ήταν το ΠΑΣΟΚ και η δεύτερη σε χρόνο που εγώ δεν ήμουν Υφυπουργός. Την όλη υπόθεση γνώριζε επίσης και ο προηγούμενος Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης κ. Κ. Δαφέρμος, που και αυτός όπως και ο διαδοχός του, ζητούσαν την επίσπευση της γνωμάτευσης γιατί αφορούσε αποκλειστικά και μόνον επίορκους δημοσίους υπαλλήλους στους οποίους και ρητά αναφέροντο και στα σχετικά έγγραφά τους.
Εάν λοιπόν, η εφημερίδα Real News, οι δημοσιογράφοι της και το Υπουργείο Οικονομικών που έσπευσε να ανακαλέσει τη γνωμάτευση, θεωρούν και πιστεύουν ότι τα ποσά που αποκτώνται παράνομα από δημόσιους υπαλλήλους αποτελούν εισόδημα, τότε ας επιστρέψουν πίσω σε όλους τους επίορκους υπαλλήλους τα καταλογισθέντα κάθε φορά από το Ελεγκτικό Συνέδριο, αφού παρακρατήσουν ... «ΜΟΝΟ» τους αναλογούντας φόρους και η Ελλάς καθώς και οι επίορκοι να είναι απολύτως βέβαιοι ότι ....θα τους ευγνωμονούν !!!
Όσον αφορά στο χθεσινό δημοσίευμα της εφημερίδας έχω να επισημάνω τα εξής:
1. Η διοικητική απάντηση- γνωμάτευση του Ειδικού Γραφείου Νομικού Συμβούλου Φορολογίας επαναλαμβάνω και πάλι , αφορά αποκλειστικά και μόνο στη μεταχείριση ποσών που προκύπτουν κατά τον έλεγχο περιουσιακής κατάστασης επίορκων δημοσίων υπαλλήλων και δεν καλύπτονται από εμφανείς πηγές – πόρους. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εφαρμοσθεί σε ελέγχους φυσικών και νομικών προσώπων για υποθέσεις φοροδιαφυγής καθόσον τόσο τα νομικά όσο και τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στη συγκεκριμένη γνωμάτευση, αφορούν αποκλειστικά σε επίορκους δημόσιους υπαλλήλους και όχι σε επιχειρηματίες, επιτηδευματίες κλπ όπως ο χρηματιστής της περίπτωσης που αναφέρει το δημοσίευμα.
2. Ο συντάκτης του δημοσιεύματος θα πρέπει να ξεκαθαρίσει στο μυαλό του, διότι αυτοαναιρείται μέσα σε δέκα γραμμές, ότι στις περιπτώσεις ελέγχου δαπανών όπως του χρηματιστή, δεν τίθεται ζήτημα επίκλησης πόρων από «εμφανείς» ή «αφανείς» πηγές για την κάλυψη της δαπάνης αλλά πραγματικών και αποδεικνυόμενων με νόμιμα παραστατικά στοιχεία ποσών, όπως ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος ορίζει.
Η οποιαδήποτε λοιπόν διαγραφή των οφειλών του χρηματιστή με βάση την υποτιθέμενη όπως θέλουν να την ονομάζουν «εγκύκλιο Μπέζα» και έτσι όπως παρουσιάζεται στο δημοσίευμα, δεν ευσταθεί ούτε νομικά ούτε φορολογικά .
3. Εάν ο δημοσιογράφος και οι όπισθεν αυτού κρυπτόμενοι γνωρίζουν και κατέχουν στοιχεία και αποδείξεις ότι η «διάταξη Μπέζα» ή όπως άλλως, τους βολεύει να την αποκαλούν, χρησιμοποιήθηκε από κάποιους οπωσδήποτε παράνομα και καταχρηστικά για να «διαγραφούν φόροι 20 δις και να ξεπλυθεί μαύρο χρήμα ύψους 50 δις», τότε ας σπεύσουν για λόγους προστασίας του δημοσίου συμφέροντος να προσκομίσουν όσο το δυνατόν συντομότερο, τα όποια στοιχεία διαθέτουν στον Εισαγγελέα και όχι να συνεχίζουν να κατηγορούν εμένα δημοσιεύοντας τα όσα συκοφαντικά και δυσφημηστικά δημοσιεύουν.
Τις απαντήσεις στα υπόλοιπα ερωτήματά τους θα τις πληροφορηθούν από την αγωγή την οποία κατέθεσα σήμερα εναντίον τους. Η προσφυγή στη Δικαιοσύνη είναι η μόνη δυνατότητα ενός ανθρώπου που συκοφαντείται βάναυσα και σκόπιμα και που προσπάθησε με όλες του τις δυνάμεις και με εντιμότητα να επιτελέσει το καθήκον του. Είμαι βέβαιος ότι η αλήθεια θα λάμψει και η όλη λασπολογία εις βάρος μου θα καταρρεύσει γιατί υπάρχει η Δικαιοσύνη ».